Στο προσκήνιο της διεθνούς ενεργειακής βιομηχανίας βρίσκεται και πάλι ο κλάδος του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), ένας τομέας της ναυτιλίας στον οποίο τα τελευταία χρόνια αυξάνουν συνεχώς τα μερίδιά τους ναυτιλιακές ελληνικών συμφερόντων. Καταλύτης σε αυτή τη συγκυρία είναι η μεγάλη πτώση της τιμής του υγροποιημένου φυσικού αερίου, κατά 67% από τα υψηλά του 2014, και η μεγάλη ανάπτυξη του στόλου των πλωτών τερματικών μονάδων αποθήκευσης και αεριοποίησης, γνωστών στην αγορά αυτή ως Floating Storage & Regasification Unit, ή FSRU.
Η ναυπήγηση των ειδικευμένων αυτών πλοίων, που το Bloomberg τα χαρακτηρίζει «το πιο περιζήτητο περιουσιακό στοιχείο σήμερα», κοστίζει περί τα 300 εκατομμύρια δολάρια και χρειάζεται τον μισό χρόνο από ό,τι η κατασκευή των αντίστοιχων επίγειων τερματικών σταθμών. Μπορούν έτσι να δώσουν άμεσες και οικονομικές λύσεις σε οικονομίες που χρειάζεται να εισάγουν άμεσα ενεργειακούς πόρους, οδό που επέλεξε πρόσφατα η Αίγυπτος, αλλά και σε οικονομίες που επιζητούν καθαρότερες περιβαλλοντικά λύσεις χωρίς τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις που συνεπάγεται το κόστος των επίγειων εγκαταστάσεων. «Ενα FSRU μπορεί απλώς να σηκώσει άγκυρα και να αναζητήσει έργο σε άλλη αγορά», εξηγούν οι ειδικοί. Πριν από μία δεκαετία λειτουργούσε μία μόνο τέτοια μονάδα παγκοσμίως και σήμερα έχουν φτάσει τις 20, ενώ σε πέντε χρόνια προβλέπεται πως θα φτάσουν τις 55, σύμφωνα με την Hoegh LNG Holding Ltd, έναν από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες τέτοιων σκαφών διεθνώς.
Στην Ελλάδα υπάρχει ήδη μία εγκατάσταση αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, της Ρεβυθούσας, η οποία μάλιστα αναβαθμίζεται ως προς τους όγκους που θα μπορεί να διαχειριστεί, αλλά και δύο κυοφορούμενα πρότζεκτ για πλωτούς σταθμούς. Το ένα προέρχεται από τη ΔΕΠΑ, ονομάζεται Aegean LNG και αφορά στην εγκατάσταση πλωτού τερματικού στον κόλπο της Καβάλας, το οποίο θα υποδέχεται LNG που θα κατευθύνεται στο ελληνικό, και διά αυτού στο διεθνές, δίκτυο αγωγών αερίου. Το δεύτερο που έχει δρομολογηθεί στην Ελλάδα και αδειοδοτήθηκε μάλιστα στις αρχές του 2015, προέρχεται από την Gastrade του ομίλου Κοπελούζου και αφορά τερματικό σταθμό σε θαλάσσιο χώρο που βρίσκεται 17,5 χλμ. ανοιχτά της Αλεξανδρούπολης. Και τα δύο αυτά projects έχουν χαρακτηρισθεί έργα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.
Σε όλους αυτούς τους πλωτούς αλλά και επίγειους σταθμούς το υγροποιημένο φυσικό αέριο μεταφέρεται από ειδικευμένα δεξαμενόπλοια, που μπορούν να μεταφέρουν περί τα 160.000 κυβικά μέτρα υγροποιημένου αερίου και των οποίων το κόστος ναυπήγησης ανέρχεται σήμερα στα 200 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τον ναυλομεσιτικό οίκο Clarksons. Μεγάλες ελληνικές ναυτιλιακές έχουν επενδύσει μαζικά σε αυτά τα δεξαμενόπλοια κατά τα τελευταία 5 έτη. Ελέγχουν έτσι σήμερα στόλο 51 τέτοιων πλοίων, τα 20 εκ των οποίων τελούν υπό ναυπήγηση. Το σύνολο των δεξαμενοπλοίων μεταφοράς φυσικού αερίου διεθνώς ανέρχεται στα 418, με άλλα 147 υπό ναυπήγηση. Τα ελληνικών συμφερόντων μερίδια σε αυτή την αγορά διαμορφώνονται έτσι στο 7,4% του εν λειτουργία στόλου και στο 13,6% του υπό ναυπήγηση, όταν πριν από μερικά χρόνια ήταν πρακτικά ασήμαντα, εξηγεί στην «Κ» ο επικεφαλής αναλυτής του ναυλομεσιτικού οίκου Allied Shipbroking Inc, Γιώργος Λαζαρίδης. Ελληνικών συμφερόντων ναυτιλιακές που έχουν ανοιχτεί στον κλάδο αποκτώντας σημαντικό διεθνές εκτόπισμα, είναι κυρίως οι Maran Gas, DynaGas και GasLog συμφερόντων των Γ. Αγγελικούση, Γ. Προκοπίου και Π. Γ. Λιβανού, αντίστοιχα, αλλά και οι TMS Cardiff Gas, Thenamaris και TEN των ομίλων Γ. Οικονόμου, Κ. Μαρτίνου και Ν. Τσάκου, αντίστοιχα. Αν και οι ναύλοι των εν λόγω πλοίων στη spot αγορά έχουν υποχωρήσει σημαντικά το τελευταίο διάστημα, τα περισσότερα από αυτά δουλεύουν με μακροχρόνια ναυλοσύμφωνα που προστατεύουν την επένδυση από βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις, σημειώνει ο Γ. Λαζαρίδης.
Η ναυπήγηση των ειδικευμένων αυτών πλοίων, που το Bloomberg τα χαρακτηρίζει «το πιο περιζήτητο περιουσιακό στοιχείο σήμερα», κοστίζει περί τα 300 εκατομμύρια δολάρια και χρειάζεται τον μισό χρόνο από ό,τι η κατασκευή των αντίστοιχων επίγειων τερματικών σταθμών. Μπορούν έτσι να δώσουν άμεσες και οικονομικές λύσεις σε οικονομίες που χρειάζεται να εισάγουν άμεσα ενεργειακούς πόρους, οδό που επέλεξε πρόσφατα η Αίγυπτος, αλλά και σε οικονομίες που επιζητούν καθαρότερες περιβαλλοντικά λύσεις χωρίς τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις που συνεπάγεται το κόστος των επίγειων εγκαταστάσεων. «Ενα FSRU μπορεί απλώς να σηκώσει άγκυρα και να αναζητήσει έργο σε άλλη αγορά», εξηγούν οι ειδικοί. Πριν από μία δεκαετία λειτουργούσε μία μόνο τέτοια μονάδα παγκοσμίως και σήμερα έχουν φτάσει τις 20, ενώ σε πέντε χρόνια προβλέπεται πως θα φτάσουν τις 55, σύμφωνα με την Hoegh LNG Holding Ltd, έναν από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες τέτοιων σκαφών διεθνώς.
Στην Ελλάδα υπάρχει ήδη μία εγκατάσταση αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, της Ρεβυθούσας, η οποία μάλιστα αναβαθμίζεται ως προς τους όγκους που θα μπορεί να διαχειριστεί, αλλά και δύο κυοφορούμενα πρότζεκτ για πλωτούς σταθμούς. Το ένα προέρχεται από τη ΔΕΠΑ, ονομάζεται Aegean LNG και αφορά στην εγκατάσταση πλωτού τερματικού στον κόλπο της Καβάλας, το οποίο θα υποδέχεται LNG που θα κατευθύνεται στο ελληνικό, και διά αυτού στο διεθνές, δίκτυο αγωγών αερίου. Το δεύτερο που έχει δρομολογηθεί στην Ελλάδα και αδειοδοτήθηκε μάλιστα στις αρχές του 2015, προέρχεται από την Gastrade του ομίλου Κοπελούζου και αφορά τερματικό σταθμό σε θαλάσσιο χώρο που βρίσκεται 17,5 χλμ. ανοιχτά της Αλεξανδρούπολης. Και τα δύο αυτά projects έχουν χαρακτηρισθεί έργα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος.
Σε όλους αυτούς τους πλωτούς αλλά και επίγειους σταθμούς το υγροποιημένο φυσικό αέριο μεταφέρεται από ειδικευμένα δεξαμενόπλοια, που μπορούν να μεταφέρουν περί τα 160.000 κυβικά μέτρα υγροποιημένου αερίου και των οποίων το κόστος ναυπήγησης ανέρχεται σήμερα στα 200 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τον ναυλομεσιτικό οίκο Clarksons. Μεγάλες ελληνικές ναυτιλιακές έχουν επενδύσει μαζικά σε αυτά τα δεξαμενόπλοια κατά τα τελευταία 5 έτη. Ελέγχουν έτσι σήμερα στόλο 51 τέτοιων πλοίων, τα 20 εκ των οποίων τελούν υπό ναυπήγηση. Το σύνολο των δεξαμενοπλοίων μεταφοράς φυσικού αερίου διεθνώς ανέρχεται στα 418, με άλλα 147 υπό ναυπήγηση. Τα ελληνικών συμφερόντων μερίδια σε αυτή την αγορά διαμορφώνονται έτσι στο 7,4% του εν λειτουργία στόλου και στο 13,6% του υπό ναυπήγηση, όταν πριν από μερικά χρόνια ήταν πρακτικά ασήμαντα, εξηγεί στην «Κ» ο επικεφαλής αναλυτής του ναυλομεσιτικού οίκου Allied Shipbroking Inc, Γιώργος Λαζαρίδης. Ελληνικών συμφερόντων ναυτιλιακές που έχουν ανοιχτεί στον κλάδο αποκτώντας σημαντικό διεθνές εκτόπισμα, είναι κυρίως οι Maran Gas, DynaGas και GasLog συμφερόντων των Γ. Αγγελικούση, Γ. Προκοπίου και Π. Γ. Λιβανού, αντίστοιχα, αλλά και οι TMS Cardiff Gas, Thenamaris και TEN των ομίλων Γ. Οικονόμου, Κ. Μαρτίνου και Ν. Τσάκου, αντίστοιχα. Αν και οι ναύλοι των εν λόγω πλοίων στη spot αγορά έχουν υποχωρήσει σημαντικά το τελευταίο διάστημα, τα περισσότερα από αυτά δουλεύουν με μακροχρόνια ναυλοσύμφωνα που προστατεύουν την επένδυση από βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις, σημειώνει ο Γ. Λαζαρίδης.
kathimerini.gr
--
Ανάρτηση Από τον/την G. Chatzigeorgiou στο Ελληνική ΑΟΖ και στρατηγική--Νίκος Λυγερός τη 9/18/2015 10:31:00 π.μ.